Αναβάθμιση, εντός ορίων


Κάθε καλοκαίρι υπάρχουν ορισμένες βεβαιότητες: θα κάνει ζέστη.  Θα μας τσιμπήσουν κουνούπια. Θα πάμε στην παραλία. Και ως οπαδοί του μπασκετικού Ολυμπιακού θα φτιάξουμε τουλάχιστον μία δωδεκάδα η οποία θα μας ανεβάσει επίπεδο/θα μας πάει φάιναλ φορ/ θα κάνει τον Ροντρίγκεθ και τον Γιουλ να κλάψουν.
Σε μια περίοδο χωρίς αγωνιστικές υποχρεώσεις, το δίωρο του αγώνα που αφιερώνουμε στην ομάδα πρέπει να γεμίσει αλλιώς. Το youtube και τα διάφορα σάιτ με στατιστικά ή πληροφορίες για λαβράκια είναι ένα από αυτά τα υποκατάστατα. Φυσικά αυτή η ανάγκη αλλάζει και την αντίληψη που έχουμε για τα λαβράκια που τελικά ψαρεύουν η διοίκηση και ο προπονητής. 
Για να το πω διαφορετικά, η καλοκαιρινή εικόνα για τον Όλιβερ Λαφαγιέτ είναι αυτή:


Το χειμώνα, όμως, ο νέος Αμερικανός γκαρντ του Ολυμπιακού θα κληθεί να βγάλει τα λεφτά του σε πολύ διαφορετικές καταστάσεις:



Αν ο Μίσκο έπρεπε να φτιάξει ένα βίντεο για να προωθήσει τον πελάτη του δε θα περιελάμβανε πολλές από τις παραπάνω φάσεις. Ωστόσο, ο ρόλος του Λαφαγιέτ στον Ολυμπιακό δεν αναμένεται να είναι πολύ διαφορετικός από όσα βλέπουμε σε αυτές. 
Με τον Σπανούλη να παραμένει - στα χαρτιά τουλάχιστον -  ο βασικός πόλος δημιουργίας και να παίζει γύρω στα τριάντα λεπτά, ο πρώην άσος της Βαλένθια πρέπει να κάνει τρεις βασικές δουλειές στην επίθεση: να κατεβάσει την μπάλα, να βάλει την ομάδα στο σύστημα της και να περιμένει στην αδύνατη πλευρά. 

Το τρίτο σκέλος είναι και το πιο καθοριστικό. Αν ο βασικός χειριστής καταφέρει να φτιάξει μια σωστή φάση στο pick and roll, τότε ο Λαφαγιέτ ίσως δεν ακουμπήσει την μπάλα πέρα από τα πρώτα 7-8 δευτερόλεπτα της επίθεσης. Αν όμως η πρώτη επιλογή δεν λειτουργήσει καλά, τότε είναι πολύ πιθανό ότι η μπάλα θα τον ξαναβρεί. 

Το πλεονέκτημα που έχει ο δεύτερος χειριστής σε τέτοιες καταστάσεις είναι ότι η άμυνα συχνά έχει βγει από τη θέση της ανοίγοντας διαδρόμους ή δημιουργώντας μις ματς (προσέξτε πχ. πώς ο Λαφαγιέτ βρίσκεται αντιμέτωπος με τον Λόρμπεκ στο ένας εναντίον ενός).
Το πρόβλημα για τον παίκτη που καλείται να ανταποκριθεί σε αυτό το ρόλο είναι ότι πρέπει να δημιουργήσει υπό πίεση χρόνου και ενώ οι συμπαίκτες του ψάχνουν τις θέσεις τους για να δοκιμάσουν τη δεύτερη επιλογή του συστήματος. Ο Έισι Λο ήταν εξαιρετικός σε τέτοιες καταστάσεις πίεσης. Ο Λαφαγιέτ έχει ορισμένα στοιχεία που δείχνουν ότι μπορεί να τα καταφέρει:

- Παίζει με το κεφάλι ψηλά. Πολλές από τις τέσσερις ασίστ που μοίραζε κατά μέσο όρο με τη Βαλένθια ήρθαν από έξω προς τα μέσα, δηλαδή με πάσες από την περιφέρεια προς τη ρακέτα. Γενικά ο Λαφαγιέτ ξέρει να ανταμοίβει την κίνηση των συμπαικτών του χωρίς την μπάλα, ενώ πλέον είναι αρκετά έμπειρος για να διαβάζει σωστά τις διαθέσιμες επιλογές.

- Αξιοποιεί σωστά και γρήγορα τους διαδρόμους προς το καλάθι. Υπάρχουν αρκετοί γκαρντ που θέλουν την μπάλα αρκετή ώρα στα χέρια τους για να πάρουν τη σωστή απόφαση. Ο Λαφαγιέτ δεν είναι ένας από αυτούς. Η επίθεση της Βαλένθια ήταν ιδιαίτερα ισορροπημένη και βασιζόταν στη συνύπαρξη πολλών δημιουργικών παικτών στη ρακέτα και την περιφέρεια. Ο Αμερικανός συνέβαλε σε αυτή την ισορροπία, χωρίς να ταλαιπωρεί την μπάλα. Ακόμα και οι απλές πάσες που βγάζει στα τεσσάρια σε καταστάσεις pick and pop (με τον σκρίνερ να μη ρολάρει προς το καλάθι αλλά να βγαίνει πίσω από το τρίποντο) ήταν κρίσιμες για τη σωστή επιθετική λειτουργία της ομάδας του Περάσοβιτς.

- Είναι αρκετά δημιουργικός για να σταθεί ως δεύτερος πόλος. Η ικανότητα του στο pick n roll, αλλά και η ευχέρεια του στο σκοράρισμα από μακρινή και μέση απόσταση λογικά θα αναδείξουν τον Λαφαγιέτ ως αναβάθμιση σε αυτό το ρόλο, σε σχέση με τον Μάντζαρη και τον Σλούκα (ειδικά αν ο δεύτερος δεν ξεφύγει από την περσινή στασιμότητα).

Υπάρχει βέβαια και ένα μεγάλο ερωτηματικό. Όπως κάθε παίκτης που παίζει μακριά από την μπάλα, ο Λαφαγιέτ θα πρέπει να δημιουργήσει χώρους απειλώντας με περιφερειακά σουτ. 
Τα περσινά ποσοστά του σε πολλές προσπάθειες δείχνουν ότι μπορεί να ανταποκριθεί σε αυτή την αποστολή. Επίσης η ευστοχία του έχει βελτιωθεί αρκετά σε σχέση με την πρώτη του χρόνια στην Ευρώπη. Αυτό δείχνει παίκτη που δουλεύει. Όμως δε μιλάμε για κλασικό σουτέρ. 

Καταρχήν σε έξι ματς πέρσι απέναντι σε ομάδες επίπεδου Ευρωλίγκας (Ρεάλ, Μπαρτσελόνα, Λαμποράλ και Ούνικς), ο Λαφαγιέτ σούταρε 21 τρίποντα μετά από ντρίμπλα και μόλις 11 ως στατικός σουτέρ. Με άλλα λόγια δείχνει να προτιμά σουτ τα οποία δε θα βρει εύκολα στα συστήματα του Μπαρτζώκα, ειδικά όταν παίζει δίπλα στον Σπανούλη. 
Φυσικά το δείγμα των έξι αγώνων είναι πολύ μικρό, ενώ οι επιλογές του κάθε παίκτη στα σουτ επηρεάζονται από την συνολική επιθετική λειτουργία της ομάδας του. Ωστόσο το γεγονός ότι δε σουτάρει πολύ από την αδύνατη πλευρά όπως πχ. ο Λοτζέσκι ή ο Μάντζαρης είναι ένα θέμα προς διερεύνηση.

Όταν ο Λαφαγιέτ αναλάμβανε πιο κεντρικό ρόλο στην επίθεση της Βαλένθια  επιβεβαίωνε τις αρετές και τις αδυναμίες που έδειξε στο πρώτο βίντεο. Κοινώς απαιτείται διαχείριση των προσδοκιών αναφορικά με το δημιουργικό βάρος που μπορεί να σηκώσει:


Τα καλά νέα: καλό σουτ μετά από ντρίμπλα, συν ένα αποτελεσματικό floater που του επιτρέπει να τελειώνει φάσεις πάνω από ψηλότερους αντιπάλους. 
Δεν ψαρώνει απέναντι σε επιθετικές άμυνες και ξέρει να βγάζει ασίστ στην πλάτη του hedge out προς τη ρακέτα. Καλός συγχρονισμός στις πάσες που του επιτρέπει να περνάει την μπάλα ανάμεσα στους δύο αμυντικούς που αντιμετωπίζουν το pick and roll. Το γεγονός ότι είχε τη ένατη καλύτερη αναλογία ασίστ/λαθών στο Ισπανικό πρωτάθλημα επιβεβαιώνει την αξιοπιστία του.

Τα κακά νέα: περιορισμένη εκρητικότητα, η οποία δεν αναπληρώνεται από την ικανότητα αλλαγής ταχύτητας μετά το πρώτο βήμα. Μέτρια τελειώματα από κοντινή απόσταση. Δεν μπορεί να δημιουργήσει επαρκή απόσταση από τον προσωπικό του αντίπαλο και έχει την κακή συνήθεια να “δείχνει” την μπάλα στον ψηλό που έρχεται για βοήθεια. 
Επομένως, αν δεν υπάρχει η επιλογή του floater αυξάνεται η πιθανότητα να φάει τάπα. Πρόπερσι στην Ευρωλίγκα με τη Ζαλγκίρις είχε μόλις δύο προσπάθειες για λέι απ ή κάρφωμα ανα 28 λεπτά συμμετοχής (για να υπάρξει μέτρο σύγκρισης, ο Σπανούλης πέρσι είχε πάνω από τέσσερις). Εξαιτίας αυτής της αδυναμίας δε σουτάρει αρκετές βολές και βασίζεται υπερβολικά σε σουτ από μέση απόσταση, τα οποία είναι οι χειρότερες επιλογές στο μπάσκετ. 
Τέλος, δεν μπορεί να βγάλει την άμυνα από τη θέση της και οι ασίστ του βασίζονται στη σωστή ομαδική λειτουργία. Όταν αυτή κολλάει, δεν έχει το ταλέντο για να την ξεκολλήσει με ατομικές ενέργειες.

Από την άλλη, ο Ολυμπιακός πέρσι είχε σοβαρότερα προβλήματα στην άμυνα, παρά στην επίθεση. Ο Λαφαγιέτ μπορεί να βοηθήσει:



Για τους συνταξιούχους που μας διαβάζουν, μια καλή σύγκριση σχετικά με τον τρόπο που αμύνεται το νέο απόκτημα του Ολυμπιακού είναι ο Ντέρεκ Χάρπερ. 
Όπως ο συμπαίκτης του Τάρπλεϊ στο Ντάλας, έτσι και ο Λαφαγιέτ χρησιμοποιεί τα χέρια του και το σώμα του για να ελέγξει την κίνηση του προσωπικού του αντιπάλου. Ειδικά τα χέρια του είναι μεγάλο όπλο: βρέθηκε στην πρώτη εικοσάδα των παικτών με τα περισσότερα κλέψιματα στο ισπανικό πρωτάθλημα, ενώ πρόπερσι ήταν ενδέκατος στη σχετική λίστα των γκαρντ της Ευρωλίγκα. 
Επίσης δουλεύει πάρα πολύ: πιέζει σε όλο το γήπεδο, παίζει με ενέργεια και είναι ικανός να βγάλει περισσότερες από μία αμυντικές περιστροφές. 

Φυσικά και εδώ η περιορισμένη εκρητικότητα δημιουργεί προβλήματα απέναντι στους Ροντρίγκεθ και τους Ουέρτας αυτού του κόσμου: αν χάσει τον προσωπικό του αντίπαλο στο πρώτο βήμα, δύσκολα ανακάμπτει. 
Επίσης, μακριά από την μπάλα, δυσκολεύετα συχνά να διατηρήσει επαφή με τον παίκτη του και να δώσει ταυτόχρονα τις βοήθειες που πρέπει. Αρκετές φορές γυρνάει την πλάτη του στον προσωπικό του αντίπαλο με αποτέλεσμα να καθίσταται ευάλωτος σε κοψίματα προς το καλάθι ή αμαρκάριστα περιφερειακά σουτ. 
Με δεδομένα τα προβλήματα που είχε πέρσι ο Ολυμπιακός στις αμυντικές περιστροφές, στην επικοινωνία και στην αντιμετώπιση των σκριν μακριά από την μπάλα, θα χρειαστεί πολύ δουλειά τόσο σε ατομικό όσο και σε ομαδικό επίπεδο.

Συνολικά ο Όλιβερ Λαφαγιέτ θα δώσει μεγαλύτερη σταθερότητα στον Ολυμπιακό σε σχέση με το είδωλο που λέγεται Μάρντι Κόλινς. 
Επίσης καλύπτει τις επιθετικές αδυναμίες του Μάντζαρη και την αμυντική αστάθεια του Σλούκα. Αλλά για να μας ανεβάσει επίπεδο/να μας πάει φάιναλ φορ/ να κάνει τον Ροντρίγκεθ και τον Γιουλ να κλάψουν, θα πρέπει να υποστηριχτεί από την σωστή λειτουργία της ομάδας, στα πλαίσια της οποίας θα κληθεί να κάνει συγκεκριμένες δουλειές. 
Στα τριάντα του δεν πρόκειται να μάθει νέα κόλπα. Αν του ζητηθούν τέτοια, το πρόβλημα δε θα το έχει ο παίκτης, αλλά η ομάδα.


 Rod Higgins